Τρεις στις τέσσερις επιχειρήσεις που λειτουργούν στην Ελλάδα είναι ατομικές, ενώ πάνω από έξι στις δέκα δεν απασχολούν κανέναν μισθωτό, σύμφωνα με τα νεότερα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ). Πρόκειται είτε για ατομικές δραστηριότητες ελεύθερων επαγγελματιών είτε για μικρές επιχειρήσεις που λειτουργούν με αδήλωτη εργασία.
Το 2023 καταγράφηκαν συνολικά 932.549 ενεργές επιχειρήσεις, έναντι 917.441 το 2022. Από αυτές, 697.484 (75%) ήταν ατομικές, ενώ 574.264 (61%) δεν απασχολούσαν υπαλλήλους. Οι περισσότεροι δραστηριοποιούνται στο εμπόριο (23,9%), στις επιστημονικές και τεχνικές δραστηριότητες (17,3%), και στον τουρισμό – εστίαση (11,6%).
Στον αντίποδα, η μεταποίηση περιορίζεται σε μόλις 6,15% των επιχειρήσεων, οι περισσότερες εκ των οποίων είναι μικρές βιοτεχνίες: σχεδόν οι μισές δεν απασχολούν προσωπικό και το 34% έχει έως τέσσερις εργαζομένους.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επισημαίνει πως το 70% των ΜμΕ στην Ελλάδα δραστηριοποιείται σε κλάδους χαμηλής έντασης γνώσης ή χαμηλής τεχνολογίας, απασχολώντας το 76,6% των εργαζομένων και παράγοντας το 66,3% της προστιθέμενης αξίας των ΜμΕ. Αυτό, σύμφωνα με τους αναλυτές, περιορίζει τις δυνατότητες ανάπτυξης, καθώς οι μικρές μονάδες δυσκολεύονται να επιτύχουν οικονομίες κλίμακας ή τεχνολογικό εκσυγχρονισμό.
Η Alpha Bank, στο οικονομικό της δελτίο, αναφέρει ότι σχεδόν το 47% των εργαζομένων στην Ελλάδα απασχολείται σε επιχειρήσεις με λιγότερα από δέκα άτομα (έναντι 30,1% στην Ε.Ε.), ενώ οι αυτοαπασχολούμενοι φτάνουν το 27,1% (έναντι 13,7% στην Ε.Ε.). Ο βιομηχανικός τομέας συμμετέχει μόλις κατά 15,1% στην προστιθέμενη αξία της οικονομίας, ένα από τα χαμηλότερα ποσοστά στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Η εικόνα αυτή αποτυπώνεται και στην Παγκόσμια Επετηρίδα Ανταγωνιστικότητας 2025 του IMD, όπου η Ελλάδα κατέλαβε την 50ή θέση μεταξύ 69 χωρών, με την «Επιχειρηματική Αποτελεσματικότητα» να υποχωρεί στην 53η θέση.
Την ίδια ώρα, το 2023 ιδρύθηκαν 78.754 νέες επιχειρήσεις, εκ των οποίων 69% ατομικές και 78% χωρίς υπαλλήλους. Οι περισσότεροι νέοι επαγγελματίες επιλέγουν τον τουρισμό, την εστίαση και τις επιστημονικές υπηρεσίες, δηλαδή κλάδους με γρήγορο κύκλο εσόδων αλλά μικρή ανθεκτικότητα σε κρίσεις.



















