Τετάρτη, 10 Σεπτεμβρίου, 2025
26.9 C
Alexandroupoli
ΑρχικήΕιδήσειςΚοινωνιαΕρυθροπόταμος και Διδυμότειχο: Μια διαχρονική και αλληλένδετη ιστορική και λαογραφική συνύπαρξη

Ερυθροπόταμος και Διδυμότειχο: Μια διαχρονική και αλληλένδετη ιστορική και λαογραφική συνύπαρξη

Γενική Περιγραφή και ονοματοθεσίες

Ο Ερυθροπόταμος, είναι παραπόταμος του ποταμού Έβρου[1] και πηγάζει από το όρος Σάπκα της ανατολικής Ροδόπης, το οποίο βρίσκεται ανάμεσα στις Περιφερειακές Ενότητες Έβρου και Ροδόπης κοντά στο Μέγα Δέρειο. Όσον αφορά τον ρου του Ερυθροποτάμου, από το όρος Σάπκα περνάει τα ελληνοβουλγαρικά σύνορα, εντός της επαρχίας Χασκόβου κοντά στο Γκόρνο Λούκοβο για περίπου πέντε χιλιόμετρα. Ακολούθως ρέει ξανά στο ελληνικό έδαφος, στο ύψος των οικισμών Σκιβ Κλαντένετς και Αλεποχωρίου και περνά από τους οικισμούς Λάδη, Μάνη και Κουφόβουνο, με τελικό προορισμό τον ποταμό Έβρο, νοτιοανατολικά του Διδυμότειχου[2]. Το μήκος της ροής του υπολογίζεται στα 35 χιλιόμετρα περίπου, με κατεύθυνση από τη Δύση προς την Ανατολή. «Η λεκάνη απορροής του Ερυθροποτάμου είναι σχετικώς μικρή, περιβάλλεται από λοφώδεις περιοχές και υδρομαστεύει μια περιορισμένη έκταση με ανώτατο υψόμετρο πεντακοσίων περίπου μέτρων, και για τον λόγο αυτό, η παροχή του κατά τη διάρκεια του έτους είναι σχετικά μικρή, με εξαίρεση τις εποχές μετά το λιώσιμο του χιονιού και ύστερα από ισχυρές βροχοπτώσεις»[3].

Ο μεγαλύτερος παραπόταμός του Ερυθροποτάμου είναι ο Ασπροπόταμος, που στα βουλγαρικά ονομάζεται Μπιάλα ρέκα (Бяла река). Ο Ασπροπόταμος διαρρέει σε όλο το μήκος του το βουλγαρικό έδαφος και εκχέεται στον Ερυθροπόταμο, κοντά στο χωριό Οντρίντσι της επαρχίας Χασκόβου.

Οι ντόπιοι κάτοικοι της περιοχής του Διδυμοτείχου, ειδικότερα οι γηραιότεροι Χριστιανοί και όλοι οι Μουσουλμάνοι, αποκαλούν τον Ερυθροπόταμο με την τουρκική του ονομασία «Kızıl Dere», που σημαίνει «Ερυθρό Ρέμα». Όταν η περιοχή περιήλθε στην Ελληνική Επικράτεια δόθηκε η ονομασία «Ερυθροπόταμος», σε μια άμεση μετάφραση του «Kızıl Dere».

Ο αείμνηστος μεγάλος λόγιος και ποιητής Ντίνος Χριστιανόπουλος, στη «Σύντομη ιστορία του Διδυμοτείχου» που συνέγραψε αναφέρει, ότι η αρχαία ονομασία του Ερυθροποτάμου ήταν «Εριγώνας»[4], γεγονός που δεν επιβεβαιώνεται (με αυτή την ονομασία σήμερα συναντάμε έναν παραπόταμο του Αξιού).

Όσον αφορά την αρχαιότερη ονομασία του Ερυθροποτάμου που μας έχει διασωθεί, αυτή είναι η «Άδρα». Επί του θέματος υπάρχει μία αναφορά στο σύγγραμμα του Ιωάννη Καντακουζηνού «Ιστορία», όπου περιγράφοντας τη διαφυγή του Δεσπότη (Κυβερνήτη) της Θεσσαλονίκης Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, από το Κάστρο του Διδυμοτείχου, ονομάζει τον Ερυθροπόταμο «Άδραν», συγκεκριμένα γράφει τα εξής : «κατά δε τον παραρρέοντα (παραπλεύρως του κάστρου) ποταμόν, ος Άδρα καλείται»[5]. Θα πρέπει να σημειώσουμε, ότι ο Καντακουζηνός έζησε για χρόνια στο Διδυμότειχο και η οικογένειά του κατείχε εκτάσεις γης στην περιοχή, οπότε η αναφορά του στον Ερυθροπόταμο με την ονομασία Άδρα έχει ειδική βαρύτητα και εγκυρότητα. Επίσης λόγω του γεγονότος, ότι οι Βυζαντινοί συγγραφείς σε πολλές περιπτώσεις χρησιμοποιούν για τα τοπωνύμια που περιγράφουν, αρχαίες ονομασίες μπορούμε να εικάσουμε, ότι η ονομασία Άδρα, ενδεχομένως να προέρχεται από παλαιότερη εποχή.

Σχετικά με την ετυμολογία του ονόματος «Άδρα», ο Γιάννης Ζαμπούκης (Φιλόλογος & Περιβαλλοντολόγος) δίνει την ακόλουθη εξήγηση : «Η λέξη Άδρα ετυμολογικά προέρχεται από το στερητικό (α) συν το ρήμα δράω (δρω). Συγγενείς λέξεις είναι : α-δρανής που σημαίνει ανενεργός, μη έχων δύναμη ή ισχύ, ασθενής ανίσχυρος και δεύτερον αδραζόμενος, που σημαίνει ο ξηραινόμενος. Στην καλύτερη κατανόηση της σημασίας συμβάλλει ο εντοπισμός διαφοράς μεταξύ Άδρα και Άρδα. Η λέξη Άδρα σημαίνει ο ξηραινόμενος, ο μη έχων συνεχώς υδάτινο όγκο, αλλά μόνο παροδικά και προφανώς τον χειμώνα. Αντίθετα η λέξη Άρδας, ετυμολογικά δείχνει με σαφήνεια πως πρόκειται για έναν παραπόταμο που ονομάστηκε έτσι, επειδή με τον σταθερό υδάτινο όγκο του ¨άρδει, αρδεύει¨, δηλαδή ποτίζει τη γη που διασχίζει»[6].      

Ο Αρχιμ. Νικόλαος Βαφείδης[7], ο οποίος ερεύνησε και συνέγραψε πολλά για την ιστορία του Διδυμοτείχου, αναφερόμενος στον Ερυθροπόταμο μας διασώζει (στα ελληνικά και στα τουρκικά) τις παρακάτω ονομασίες : Ερυθρωπός χείμαρρος, Κιζίλ Ντελή Σού, και Κιζιλτζά τσάι (Ερυθρωπό ρέμα)[8]. Όσον αφορά την ονομασία Κιζίλ Ντελή (Ερυθρός τρελός), προκύπτει από τον Μπεκτασή Σεγίτ Αλή (αρχές 15ου αι.). Αναφορικά με την αλλαγή του ονόματος από Σεγίτ Αλή σε Κιζίλ Ντελή, υπάρχει η δοξασία : «ότι του δόθηκε (το όνομα) επειδή ήταν πολύ δραστήριος, γενναίος και ενεργητικότατος, ενώ άλλοι ισχυρίζονται, ότι επειδή ο τάφος του βρίσκεται στους πρόποδες του ποταμού Κιζίλ Ντελή (Ερυθροποτάμου), που πηγάζει από το Τανρί νταγί (ιερό όρος) και ενώνεται κάπου κοντά στο Διδυμότειχο με τον ποταμό Έβρο, έτσι δόθηκε στον Σεγίτ Αλή ως προσωνυμία το όνομα του ποταμού αυτού»[9]. Επίσης ο Αχιλλέας Σαμοθράκης στο «Γεωγραφικό και Ιστορικό Λεξικό Θράκης», αναφέρει τον Ερυθροπόταμο με την ονομασία Ερυθρός χείμαρρος[10]. Στα βουλγαρικά η ονομασία του Ερυθροποτάμου είναι Λούντα ρέκα «Луда река», που σημαίνει «τρελός ποταμός».

Μεταξύ της περιοχής του Διδυμοτείχου και του Ερυθροποτάμου υπάρχουν τέσσερις γέφυρες (τρεις οδικές και μία σιδηροδρομική), για να επιτευχθεί η ζεύξη και η διάβασή του. Η πρώτη και παλαιότερη οδική γέφυρα κατασκευάστηκε τη δεκαετία του 1950 επάνω στα θεμέλια πιθανότατα Βυζαντινής και νεότερης ξύλινης των Οθωμανικών χρόνων. Βρίσκεται στο ύψος των πυλών του Κάστρου που ονομάζονται Καλέπορτες ή πύλες της γέφυρας, δυστυχώς η γέφυρα αυτή είναι εκτός λειτουργίας από το 2019 και αναμένεται να κατασκευαστεί καινούργια. Η δεύτερη οδική γέφυρα κατασκευάστηκε τη δεκαετία του 1960 ανατολικότερα της πρώτης, και είναι αυτή που οδηγεί εντός της πόλης του Διδυμοτείχου από τη νότια πλευρά. Η τρίτη οδική γέφυρα (ανατολικά και περιμετρικά της πόλης), κατασκευάστηκε τη δεκαετία του 2000 και αποτελεί μέρος του κάθετου άξονα που συνδέει το Αρδάνιο με το Ορμένιο. Η τέταρτη γέφυρα είναι η σιδηροδρομική και κατασκευάστηκε από Γαλλική εταιρεία στο τέλος του 19ου αιώνα, και γι’ αυτό αποκαλούνταν «Φράγκικη γέφυρα». Επιπροσθέτως να αναφέρουμε, ότι στην ευρύτερη περιοχή της κοιλάδας του Ερυθροποτάμου (πέραν κάποιων κοιτοστρώσεων), στον Ερυθροπόταμο υπάρχουν ακόμη δύο γέφυρες, η μία είναι των Μεταξάδων, η οποία κατασκευάστηκε την δεκαετία του 1960 και η άλλη των Βρυσικών, η οποία κατασκευάστηκε προς το τέλος της πρώτης δεκαετίας του 2000. 

Τη δεκαετία του 1960 κατασκευάστηκε το ανάχωμα προκειμένου να προστατευθεί η πόλη από τις καταστροφικές πλημμύρες του Ερυθροποτάμου. Αναφορικά με τις πλημμύρες στην περιοχή του Διδυμοτείχου όπου ¨υπαίτιοι¨ είναι οι δύο ποταμοί (ο Έβρος και ο Ερυθροπόταμος), ειδικά για τον δεύτερο, ο οποίος (σύμφωνα με έρευνα του συνκαστροπολίτη Βαγγέλη Σοβαρά): «ως χείμαρρος, συγκεντρώνει τα νερά των ρεμάτων της κοιλάδας του, με τις εποχές του χειμώνα και της άνοιξης να είναι οι πιο επίφοβες. Τα φουσκωμένα ορμητικά νερά του Ερυθροποτάμου, είναι δυνατόν να μην ¨καταφέρουν¨ να συμβάλλουν στον Έβρο, όπου προορίζονται, όταν αυτός παρουσιάζει υψηλότερη στάθμη υδάτων. Αποτέλεσμα αυτού, είναι τα νερά του Ερυθροποτάμου να γυρίζουν προς τα πίσω και να δημιουργούν το σπάνιο φαινόμενο της ¨αναστροφής υδάτων¨. Έτσι, σημειώνεται μια έντονη αν και παροδική πλημμυρίδα, από τη συμβολή του Ερυθροποτάμου με τον Έβρο μέχρι τη θέση Νησί («Αντάς»), κάτω από το Κάστρο του Διδυμοτείχου. Η υπόψη περιοχή είναι και η πιο πιθανή να πλημμυρίσει, εκατέρωθεν του ποταμού, όπως έχει συμβεί αρκετές φορές στο παρελθόν. Επίσης με βάση την κλιματική αλλαγή και τα έκτακτα καιρικά φαινόμενα, όπως οι σύντομες αλλά έντονες βροχοπτώσεις, είναι δυνατόν να προκληθεί σε ελάχιστο χρονικό διάστημα, απότομη αύξηση των υδάτων, υπερχείλιση και πλημμύρα, σε οποιαδήποτε εποχή του χρόνου».

Όσον αφορά την βιοποικιλότητα στον Ερυθροπόταμο, από την πολύ ενδιαφέρουσα εργασία που εκπονήθηκε από καθηγητές και μαθητές του ΕΠΑΛ Διδυμοτείχου, με θέμα : ¨ΕΡΥΘΡΟΠΟΤΑΜΟΣ: Διαδρομή στον χώρο και στον χρόνο¨, παραθέτουμε τα παρακάτω : «Οι υγρότοποι του δικτύου Έβρου – Ερυθροποτάμου εμφανίζουν πλούσια παραποτάμια βλάστηση και πανίδα. Στον κάτω ρου του Ερυθροποτάμου παρατηρούνται μεγάλες συγκεντρώσεις αποδημητικών πουλιών. Παράλληλα η εύφορη λωρίδα του ποταμού Έβρου στα ανατολικά και του Ερυθροποτάμου, εμφανίζει εδάφη υψηλής παραγωγικότητας όπου ασκείται εντατικής μορφής, αρδευόμενη γεωργία. Ειδικότερα για τον Ερυθροπόταμο παρατηρείται πλούσια παραποτάμια βλάστηση διαφόρων ειδών λεύκης, ιτιάς, σκλήθρου και φράξου και πλούσια πανίδα. Έχουν καταμετρηθεί στην περιοχή 10 είδη προστατευόμενων ή απειλούμενων πουλιών (Μαυροπελαργός, Κραυγαετός) και 17 είδη ερπετών και αμφιβίων. Επίσης, παρατηρήθηκαν οι εξής οργανισμοί: γυρίνοι-βατράχια, ψάρια, αρθρόποδα – καρκινοειδή: Daphnia, κύκλωψ (Cyclops), προνύμφες μυγών (Diptera): Simulium sp, Stratiomys sp, σκνίπας Chironimus sp, κυανόφυτα: μικροκύστη (Μicrocystis), χλωρόφυτα: σπειρογύρη (Spirogura), πρωτόζωα: Euglena, Paramecium, Σαλιγκάρια, Τρηματοφόρα: Limnaela Stagnalis, προνύμφες τριχόπτερου: Lepidostoma sp και πλατυέλμινθες: Polycelis Felina»[11].  

Ερυθροπόταμος και Διδυμότειχο : Ιστορία & Λαογραφία

Ο Ερυθροπόταμος εδώ και χιλιετίες είναι άμεσα συνυφασμένος με την ιστορική πόλη του Διδυμοτείχου, παρέχοντας πολλά πλεονεκτήματα όπως : βιοποριστικά, αμυντικά, επαγγελματικά, εμπορικά, ψυχαγωγικά κ.α. Αλλά και σε πολλές περιπτώσεις, λόγω των πλημμυρών (όπως προαναφέραμε), υπήρξε καταστρεπτικός για τους κατοίκους. Παρακάτω θα παραθέσουμε στοιχεία, που αφορούν την ιστορία και την λαογραφία του Διδυμοτείχου με επίκεντρο τον Ερυθροπόταμο.

Ο Ερυθροπόταμος στην ιστορία του Διδυμοτείχου

Το υδάτινο στοιχείο της περιοχής (Έβρος και Ερυθροπόταμος), υπήρξε από τη νεολιθική εποχή, καθοριστικός παράγοντας για την κατοίκηση και δραστηριότητα των ανθρώπων στην περιοχή του Διδυμοτείχου. Στον λόφο της Αγίας Πέτρας υπήρχε οικισμός των αρχαίων Θρακών[12] από την 5η χιλιετία π.Χ.[13], με συνεχή δραστηριότητα μέχρι την εποχή των Ρωμαίων και ακολούθως των Βυζαντινών.

Στις αρχές του δευτέρου μ.Χ. αιώνα, ο αυτοκράτορας Τραϊανός ιδρύει μία πόλη στον λόφο της Αγίας Πέτρας και την ονομάζει Πλωτινόπολη, προς τιμήν της συζύγου του Πομπηίας Πλωτίνης[14]. Ο καθηγητής της Ρωμαϊκής ιστορίας Δημήτριος Σαμσάρης αναφερόμενος στην Πλωτινόπολη κάνει αναφορά και στον Ερυθροπόταμο παραθέτοντας τα εξής : «Η Πλωτινόπολη ιδρύθηκε σε μία θέση εξαιρετικά στρατηγική τόσο γεωοικονομική όσο κι από γεωσυγκοινωνιακή άποψη. Καταρχήν, από τους λόφους όπου ήταν χτισμένη δέσποζε (προς Δ) σε ολόκληρη την κοιλάδα του Ερυθροποτάμου και (προς Β) στον έφορο και εκτεταμένο κάμπο της σημερινής Ορεστιάδας, που είχαν συμπεριληφθεί μέσα στα όρια της επικράτειάς της. Έπειτα η πόλη βρισκόταν πάνω σ’ ένα πραγματικό σταυροδρόμι χερσαίων και υδάτινων δρόμων. Συγκεκριμένα, έλεγχε ένα σπουδαίο πέρασμα του Ερυθροποτάμου, απ’ όπου περνούσε υποχρεωτικά ο ρωμαϊκός δρόμος (παρακλάδι της Εγνατίας) που οδηγούσε στην Αδριανούπολη. Επίσης, η πόλη, έτσι καθώς βρισκόταν στην όχθη του Ερυθροποτάμου και σε πολύ μικρή απόσταση από τη συμβολή του με τον Έβρο, είχε επίσης στον έλεγχο της τον υδάτινο δρόμο του πλωτού Έβρου. Αν μάλιστα ληφθεί υπόψη και η πιθανή ύπαρξη ποταμοπλοΐας – για μικρά πλοιάρια – στον Ερυθροπόταμο, τότε θα πρέπει η Πλωτινόπολη να αποτελούσε ένα αξιόλογο εμπορικό ποταμίσιο λιμάνι»[15].  

Περί της πλοϊμότητας του Ερυθροποτάμου ο αρχαιολόγος κ. Κώστας Τσουρής αναφέρει : «Ο Έβρος, πλωτός για τα πλοία της εποχής, αποτελούσε τον υγρό δρόμο από το θρακικό και πάλι προς τον ίδιο προορισμό. Η Μονή της Βήρας[16] και το Διδυμότειχο βρισκόταν σε μικρή απόσταση από την όχθη και επομένως ήταν δυνατό για εμπορικά, πολεμικά και μεταγωγικά πλοία να μεταφέρουν από τη θάλασσα στους ανωτέρω προορισμούς εμπορεύματα, προμήθειες και στρατιωτικό προσωπικό. Από την άποψη αυτή η πόλη (του Διδυμοτείχου) ήταν σε κάποιες περιπτώσεις προορισμός, ενώ σε άλλες ήταν ενδιάμεσος σταθμός στο δρόμο για τους σημαντικούς προορισμούς της Θρακικής ενδοχώρας. Επιπλέον μικρά σκάφη μπορούσαν από τον Έβρο να αναπλεύσουν στον παραπόταμό του, τον Ερυθροπόταμο, και να φτάσουν μέχρι τα τείχη του κάστρου»[17].

Δεν είναι τυχαίο πως στο κάτω μέρος του υπέροχου ξυλόγλυπτου τέμπλου του μεταβυζαντινού ναού του Αγίου Αθανασίου, υπάρχουν (ασυνήθιστες για τέμπλο Χριστιανικού ναού) τοπιογραφιές που αναπαριστούν (μεταξύ και άλλων θεμάτων)  ποτάμι και πλεούμενα καραβάκια. Επίσης στα ερείπια του βυζαντινού ταφικού παρεκκλησίου δίπλα στον ναό του Αγίου Αθανασίου, υπάρχουν εγχάρακτα επάνω στις πέτρες διάφορα καραβάκια, προφανώς ως «αναθηματικά», προκειμένου να ευλογήσει ο Θεός τον πλου των ντόπιων ναυτικών. Από το γεγονός αυτό αντιλαμβανόμαστε, το πόσο έντονα χαρακτήριζε την περιοχή μας, το εμπόριο μέσω των ποταμών και γενικότερα η χρησιμοποίηση τους. Στην ποτάμια ναυτική παράδοση της περιοχής μπορούμε να προσθέσουμε και την ύπαρξη βυζαντινού ναού του Αγίου Νικολάου[18] (προστάτη των ναυτικών), ο οποίος δυστυχώς δεν διασώθηκε. Διασώθηκε όμως η ευλάβεια των πιστών προς το πρόσωπο του Αγίου Νικολάου, καθώς υπάρχει ένας μικρός ναός στο παλιό οικοτροφείο της Μητρόπολης Διδυμοτείχου και ένα εξωκλήσι επάνω στον λόφο του κάστρου.    

Κατά τη Βυζαντινή εποχή, πριν από τον Ιωάννη Καντακουζηνό (που προαναφέραμε) και ένας άλλος ιστορικός αναφέρθηκε στον Ερυθροπόταμο, πρόκειται για τον ιστορικό Νικήτα Χωνιάτη[19]. Ο Χωνιάτης στο σύγγραμμά του, υπό τον τίτλο «Χρονική Διήγησις», αναφερόμενος στα γεγονότα της πολιορκίας του Διδυμοτείχου από τους Φράγκους το 1205, περιέγραψε το αναπάντεχο και σωτήριο «φούσκωμα» του Ερυθροποτάμου (λόγω της καταρρακτώδους βροχής), ονομάζοντάς τον «Εύρο» (με ευ και όχι β). Και αν ο Ιωάννης Καντακουζηνός ήταν γνώστης της περιοχής και ονόμασε τον Ερυθροπόταμο «Άδρα», ο Νικήτας Χωνιάτης γράφοντας την ιστορία του από μακριά, προφανώς μπέρδεψε τον ποταμό Έβρο με τον Ερυθροπόταμο.

Αξίζει να παραθέσουμε το απόσπασμα του Νικήτα Χωνιάτη, που αφορά την καταστροφή των Φράγκων κατά την πολιορκία του Κάστρου του Διδυμοτείχου το 1205, ένα θαυματουργικό γεγονός που αφορά τον Ερυθροπόταμο, και καταγράφηκε ανεξίτηλα στη συλλογική μνήμη των Διδυμοτειχιτών, καθώς το γιορτάζουμε κάθε χρόνο στο Διδυμότειχο κατά την ημέρα της Πεντηκοστής (Καλέ Πανηγύρι[20]) :  «Οι Λατίνοι αποφάσισαν να επιτεθούν στο Διδυμότειχο. Στρατοπέδευσαν έξω από τα τείχη της πόλεως και ήταν πεπεισμένοι να πολιορκήσουν την ακρόπολη το πρωί και να την καταστρέψουν με τις (πολιορκητικές) μηχανές. Αλλά πριν ο ήλιος δύσει και ο ουρανός γεμίσει με σύννεφα, έριξε καταρρακτώδη βροχή και ο Εύρος ποταμός (εννοεί τον Ερυθροπόταμο), που έρρεε πίσω από την πόλη, φούσκωσε. Από μικρός ποταμός έγινε μέγας και πλημμύρισε τις πεδιάδες· ξαφνικά μπήκε και στο στρατόπεδο των Λατίνων και παρέσυρε όπλα και μηχανές, άμαξες και ανάγκασε πολλούς άνδρες να κολυμπήσουν στα νερά του ¨Αχέροντος¨. Αυτό το καταστροφικό φαινόμενο συνέχισε ακόμη και όταν ο ήλιος είχε πάψει να λάμπει, ακόμη και τη νύχτα, και έτσι το μεγαλύτερο μέρος του στρατού χάθηκε. Οι Λατίνοι που φοβήθηκαν από αυτό το τρομερό πράγμα άρχισαν να σκέφτονται διαφορετικά. Μην διψώντας πια για αίμα, επέλεξαν να φύγουν και συμβούλευσαν και τους άλλους να κάνουν το ίδιο. Το υπόλοιπο της στρατιάς, θεωρώντας ότι όλο αυτό είναι ένα θαύμα, υποχώρησε γρήγορα»[21].

Επίσης ο Νικήτας Χωνιάτης διασώζει ακόμη μία ενδιαφέρουσα πληροφορία, η οποία αφορά το κάστρο του Διδυμοτείχου και τον Ερυθροπόταμο. Στην ιστορία που συνέγραψε κάνει λόγο για την ύπαρξη κοιλωμάτων και καθόδων, από την κορυφή του κάστρου προς τον Ερυθροπόταμο. Περιγράφοντας την πολιορκία του Διδυμοτείχου το 1206 από τον βούλγαρο τσάρο Ιωαννίτση (τον οποίο οι Έλληνες ονόμαζαν Σκυλογιάννη), αναφέρει για τη μεταφορά πόσιμου νερού από τον Ερυθροπόταμο στο κάστρο τα εξής : «περικλώμενον τῷ φρουρίῳ καὶ διὰ καθόδων τοῖς πολλοῖς ἀγνώστων τοὺς ἔνδον ποτίζοντα», σε απόδοση στα νέα ελληνικά : «κατά τη διάρκεια πολιορκιών του κάστρου, μέσω άγνωστων για τους πολλούς καθόδων μεταφερόταν πόσιμο νερό για τους κατοίκους του»[22].

Οι Βούλγαροι κατανοώντας την αμυντική σπουδαιότητα του Ερυθροποτάμου, σε μία πολιορκία του Διδυμοτείχου κατά τους μήνες Μάιο και Ιούνιο του 1206, προσπάθησαν να εκτρέψουν τον ρου του, με σκοπό να αποκτήσουν ευκολότερη πρόσβαση προς τα τείχη και να στερήσουν από τους πολιορκημένους το νερό. Το ανωτέρω γεγονός καταδεικνύει τη σημαντικότητα του Ερυθροποτάμου, καθώς ανέκαθεν αποτελούσε και μία φυσική τάφρο θωρακίζοντας αμυντικά το κάστρο.

Υπήρξε και χρονικό διάστημα, όπου ο Ερυθροπόταμος αποτέλεσε μέρος και τεχνητής τάφρου για το κάστρο του Διδυμοτείχου. Την εποχή που ο Ιωάννης Στ΄ Καντακουζηνός στέφθηκε αυτοκράτορας στο Διδυμότειχο, τον Οκτώβριο του 1341 και μέχρι τον χειμώνα του 1342, επένδυσε στην ασφάλεια του κάστρου και φρόντισε να την ισχυροποιήσει, κατασκευάζοντας μία τεχνητή τάφρο : «η οποία ξεκινούσε από το βόρειο και έφθανε έως το νότιο σκέλος του Ερυθροποτάμου, διερχόμενη ανατολικά του κάστρου»[23].

Έναν αιώνα περίπου πριν απ’ αυτή την κατασκευή της τάφρου, κατά τη δεκαετία του 1240 δημιουργήθηκε η ποτάμια οχύρωση του κάστρου, από την οποία διασώζεται σήμερα μόνο ένας πύργος με την ονομασία «Πεντάζωνο», ο οποίος χρησίμευε και για την άντληση του νερού από το ποτάμι. Σχετικά με το ποιος κατασκεύασε την οχύρωση στον Ερυθροπόταμο ο κ. Τσουρής αναφέρει τα εξής : «Συμπερασματικά, η ποτάμια οχύρωση του Διδυμοτείχου κατά πάσαν πιθανότητα είναι έργο του Ιωάννη Γ΄ Δούκα Βατάτζη (1222–1254), περίπου των μέσων του 13ου αιώνα»[24]. Η οχύρωση αυτή στην όχθη του Ερυθροποτάμου φαίνεται να διατηρήθηκε μέχρι τον 19ο αιώνα. Η λειτουργία λατομείου στα δυτικά του λόφου του κάστρου, αποτέλεσε την κύρια αιτία για την τμηματική καταστροφή της, από τα τέλη του 19ου έως τις αρχές του 20ου αιώνα.

Ένα άλλο μνημείο που χτίσθηκε στην όχθη του Ερυθροποτάμου είναι το λουτρό του Ορούτς πασά, το οποίο διασώζεται μέχρι σήμερα. Πρόκειται για μεγάλο δημόσιο λουτρικό συγκρότημα, που χτίστηκε στα μέσα του 15ου αι. από τον Ουρούτς πασά, γόνο εξέχουσας οθωμανικής οικογένειας, που του είχε ανατεθεί η διοίκηση των ασιατικών εδαφών του κράτους[25]

Ο Ερυθροπόταμος στη λαογραφία του Διδυμοτείχου

Οι παλαιοί λόγιοι του Διδυμοτείχου περιγράφουν διάφορες επαγγελματικές δραστηριότητες που σχετίζονται με τον Ερυθροπόταμο, όπως το ψάρεμα, η κτηνοτροφία, η σηροτροφία (ο κάμπος του Ερυθροποτάμου ήταν κατάσπαρτος από καταπράσινες μουριές) και η γεωργία (κηπουρική – μποστάνια). Ο αείμνηστος δάσκαλος Θεοχάρης Βολάνιος αναφερόμενος στη ¨βαριά και διαχρονική βιομηχανία¨ του Διδυμοτείχου, την αγγειοπλαστική, γράφει τα εξής : «Τα περισσότερα  αγγειοπλαστεία βρισκόταν δίπλα στον Ερυθροπόταμο, εκεί που κάποτε ήταν τα πηγαδάκια, κοντά στην Αγία Μαρίνα»[26].

Όσον αφορά τα πηγαδάκια που περιγράφει ο Βολάνιος, αυτά έχουν καταγραφεί ως «πηγαδίτσια». Ο Αρχιμανδρίτης Νικόλαος Βαφείδης αναφέρει, ότι λίγα μέτρα μετά την πύλη του Πενταζώνου δίπλα στον Ερυθροπόταμο, υπήρχε παλιά λαξευμένη δεξαμενή (προφανώς μαζί με άλλες μικρότερες), στην οποία μαζευόταν νερό από τον Ερυθροπόταμο, καθώς και βρόχινο, το οποίο χρησιμοποιούσαν οι κάτοικοι του Διδυμοτείχου κατά τις περιόδους ξηρασίας[27].

Σχετικά με την ύδρευση της πόλης του Διδυμοτείχου, κατά την εποχή του Μεσοπολέμου αλλά και παλιότερα, ο Δρ. Θανάσης Γουρίδης συνοψίζοντας πληροφορίες των παλιών λογίων της πόλης, γράφει τα εξής : «το νερό μεταφέρεται σε βυτία επάνω σε γαϊδούρια, το χειμώνα από τον ίδιο τον Ερυθροπόταμο και το θέρος από λάκκους, ανοιγμένους στην όχθη του. Επιπλέον, συνεχίζει να χρησιμοποιείται το βρόχινο νερό που συγκεντρώνεται από τις στέγες και τον ίδιο το βράχο»[28].

Από τον Ερυθροπόταμο δεν προμηθευόταν μόνο νερό, αλλά και πάγο, καθώς τα παλαιότερα χρόνια με τους δριμείς χειμώνες και τις μεγάλες παγωνιές, ο Ερυθροπόταμος πάγωνε. Σύμφωνα με τον Στρατή Τσιρταβή ο Εβραίος ¨Μποσκανά¨ είχε ένα πρωτόγονο ψυγείο, όπου διατηρούνταν τα δοχεία με το τυρί : «Το χειμώνα το γέμιζαν με κομμάτια πάγου από το ποτάμι που μετέφεραν με τα κάρα τους οι γύφτοι. Γεγονός είναι ότι το τυρί είχε μεγάλη πέραση και ζήτηση. Ο ονομαστός “τελεμές” που τρωγότανε χειμώνα – καλοκαίρι σαν προσφάγι με καρπούζι ή ντομάτα και πορεύονταν ο κοσμάκης στην ανέχεια του»[29].   

Ο παγωμένος Ερυθροπόταμος αποτελούσε και ¨πίστα¨ για πατινάζ, όπου πατινάριζαν μικροί και μεγάλοι. Ήταν δε τόσο δυνατός ο πάγος, που όπως λένε οι παλαιότεροι περνούσαν από πάνω φορτωμένα κάρα.  

Επίσης μια από τις πιο γνωστές περιοχές του Διδυμοτείχου είναι η λεγόμενη «Ταμπακιά», η οποία βρίσκεται στα νοτιοδυτικά της πόλης, ανάμεσα στον Ερυθροπόταμο και το Βυζαντινό Κάστρο. Η ονομασία Ταμπακιά προέκυψε από τα πολλά ταμπάκικα που υπήρχαν στην περιοχή, τα οποία ήταν εργαστήρια κατεργασίας δερμάτων (βυρσοδεψεία), η λέξη προέρχεται από την τουρκική γλώσσα (Tabakhane = Βυρσοδεψείο). Η τοποθεσία αυτή επιλέχθηκε λόγω της εγγύτητας στον Ερυθροπόταμο, καθώς το νερό ήταν άκρως απαραίτητο για την όλη κατεργασία των δερμάτων[30].

Πριν απ’ την απελευθέρωση του Διδυμοτείχου το 1920, στον Ερυθροπόταμο λειτουργούσε υδρόμυλος έξι θέσεων, ο οποίος σύμφωνα με τον αείμνηστο δάσκαλο Δημήτριο Μανάκα[31] ανήκε σε κάποιον (άγνωστης προέλευσης) Τζιρώνη (εξού και Τζιρόμυλος). Κατόπιν ο μύλος πουλήθηκε σε έναν Αυστριακό ονόματι Άης, και το 1920 καταστράφηκε τελείως, διότι άρχισε να λειτούργει ο σύγχρονος για την εποχή αλευρόμυλος του ευεργέτη Ιωάννη Μανδαλίδη[32], από τον οποίο παραγόταν και ηλεκτρική ενέργεια, με αποτέλεσμα το Διδυμότειχο να διαθέτει ηλεκτρικό δίκτυο και ηλεκτρισμό από το 1924.

Θα ήταν παράληψη να μην αναφέρουμε μεταξύ των επαγγελματικών δραστηριοτήτων που σχετίζονται με τον Ερυθροπόταμο και το ψάρεμα. Σύμφωνα με την παλαιά εκπαιδευτικό Ελένη Σιναπίδου, αυτοί που ασχολούνταν επαγγελματικά μέχρι και τις τελευταίες δεκαετίες του 20ου αιώνα με το ψάρεμα στον Ερυθροπόταμο, ήταν οι λεγόμενοι ¨Ρωμηοκατσίβελοι¨ : «Ολόκληρη συνοικία παραπλεύρως του ποταμού ¨Κιζίλ ντερέ¨ (Ερυθροπόταμος), ήσαν ψαράδες, εξ επαγγέλματος ψαράδες χωρίς καμία άλλη βιοποριστική ασχολία. Χειμώνα καλοκαίρι με το υγρό στοιχείο είχαν να κάνουν, άλλοτε θολό πλημμυρισμένο κι’ άλλοτε ρηχό»[33]. Ο παλαιός λογοτέχνης του Διδυμοτείχου Βασίλης Σιναπίδης στο κείμενο που συνέγραψε το 1973 με τίτλο : «Το Πελασγικό Διδυμότειχο» κάνει αναφορά και στα ψάρια της περιοχής, αναφέροντας τα εξής : «Είναι περίφημα μέχρι σήμερα τα γλυκά ποταμίσια ψάρια, οι κυπρίνοι (σαζάνια) κι’ οι γουλιανοί (γιαγίνια). Δε λείπουν ακόμα τα λαβράκια, τα χέλια, τα μύδια, οι θρήσσες κι’ οι περίφημες μουρούνες του Έβρου, που βγάζουν το μαύρο χαβιάρι. Εφέτος ζυγίστηκε μπροστά στα μάτια μου ένας τεράστιος γουλιανός του Έβρου 34 κιλών»[34].

Στη σημερινή εποχή υπάρχει ο «Σύλλογος Ψαράδων Διδυμοτείχου», όπου μεταξύ άλλων δραστηριοτήτων, διατηρεί και συνεχίζει για χρόνια το έθιμο που αφορά το κουρμπάνι (ζωοθυσία) του Αγίου Αθανασίου στο ομώνυμο εκκλησάκι πολύ κοντά στην γέφυρα του Ερυθροποτάμου. Για τους ψαράδες, τις πλημμύρες αλλά και το ¨λιμεναρχείο¨ που υπήρχε δίπλα στο ποτάμι, ο λαογράφος Δημήτρης Βραχιόλογλου αναφέρει τα εξής : «Σήμερα το κουρμπάνι του Αγίου Αθανασίου πραγματοποιούν οι κάτοικοι του «ψαραμοχαλά» του Διδυμοτείχου, της γειτονιάς που βρίσκεται στην είσοδο της πόλης από την Αλεξανδρούπολη, μετά τη γέφυρα του Ερυθροποτάμου και με σημαντική μάλιστα θρησκευτικότητα και λαμπρότητα.  Είναι οι ορθόδοξοι χριστιανοί  που εξακολουθούν – μέχρι και σήμερα – να το πραγματοποιούν μπροστά στο παρεκκλήσι του ομώνυμου Αγίου, που στέκει μεγαλόπρεπο, καθαρό και στολισμένο τη μέρα της γιορτής του, στον χώρο ακριβώς που υπήρχε μέχρι τη δεκαετία του 70 το καφενείο του Χαρίτογλου, το πολύ γνωστό στους τότε Διμοτιανούς σαν «λιμεναρχείο». Και δικαιολογημένα, αφού μέχρι το 1962, έτος που δημιουργήθηκε το ανάχωμα, τη γειτονιά αυτή την ¨πατούσε¨ το νερό και οι κάτοικοι της αναγκαζόντουσαν να εγκαταλείπουν συχνά τα σπίτια τους και να ξεχειμωνιάζουν στις άλλες γειτονιές της πόλης ή ακόμα και στα σχολεία της. Και μόλις έφευγε το νερό επέστρεφαν στις εστίες τους. Ψαράδες στο επάγγελμα στην συντριπτική τους πλειοψηφία οι κάτοικοι της οδού Οδυσσέως προμήθευαν μέχρι τη δεκαετία του 70 την πόλη του Διδυμοτείχου -και όχι μόνο- με νοστιμότατα φρέσκα ποταμίσια ψάρια, όπως σαζάνια, γουλιανούς, χέλια, πλατσούκες (τσιπούρες), κέφαλους κ.α.»[35]

Όσον αφορά τις πλημμύρες του Ερυθροποτάμου (πριν από την κατασκευή του αναχώματος), αλιεύσαμε ένα άρθρο από την τοπική εφημερίδα του Διδυμοτείχου «Θράκη», στο οποίο καταφαίνεται το μέγεθος των καταστροφών που προκαλούσαν. Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο φύλλο νούμερο 94 στις 13 Δεκ 1931 και έχει ως τίτλο «Μεγάλη Πλημμύρα του Κιζίλ Ντερέ», βλέπουμε πως 11 χρόνια μετά την απελευθέρωση ακόμη χρησιμοποιούνταν η τουρκική ονομασία του ποταμού. Συγκεκριμένα το άρθρο αναφέρει τα εξής : «Λόγω των συνεχών βροχών επλημμύρησεν ο παραπόταμος του Έβρου Κιζίλ Ντερές. Τα νερά κατέκλεισαν τας συνοικίας : Αλωνίων, Γεφύρας και Κούμ. Χάρις εις τας δραστηρίους ενεργείας των αρχών θύματα δεν υπάρχουν. Αι ζημίαι εκ της πλημμύρας εις τα διαφόρους οικίας μέχρι της ώρας υπολογίζονται άνω των 100 χιλ. δρχ. Το ευτύχημα είναι, ότι ο Έβρος ήτο κενός και τα νερά έτρεξαν γρήγορα. Επίσης εσταμάτησαν αι βροχαί και ήρχισε πίπτουσα χιών καθ’ όλη την Επαρχίαν Διδυμοτείχου»[36].     

Επίσης ο Στρατής Τσιρταβής περιγράφοντας την εποχή του Μεσοπολέμου στο Διδυμότειχο, σχετικά με τις πλημμύρες αναφέρει τα εξής : «Ήταν κάτι το συνηθισμένο οι πλημμύρες του Ερυθροποτάμου και του κάμπου του Έβρου. Σοδιές ολόκληρες καταστρέφονται σε σημείο τέτοιο, που οι χωρικοί μας δεν είχαν ούτε τα καθημερινά. Απογοήτευση και φτώχεια απερίγραπτη, ενώ τα χρέη στα “εσνάφια” και στην Αγροτική Τράπεζα περίσσευαν. ¨Κακοχρονιά¨ λέγανε κι έπεφτε μαύρο δάκρυ. Ούτε πρόνοια, ούτε ασφάλειες, ούτε επιδοτήσεις. Άγνωστα πράγματα για την εποχή εκείνη και βέβαια η εκμετάλλευση γινότανε καθεστώς»[37].

Ο Ερυθροπόταμος αποτέλεσε για το Διδυμότειχο και έναν χώρο ψυχαγωγίας, καθώς και θρησκευτικών τελετών, ειδικότερα την ημέρα των Θεοφανίων (γεγονός που συνεχίζεται έως σήμερα). Όσον αφορά τον καθαγιασμό των υδάτων ο Στρατής Τσιρταβής μας διασώζει μία πολύ ωραία περιγραφή των φώτων κατά την εποχή του μεσοπολέμου : «Η άλλη τελετή της κατάδυσης, τα Φώτα, έδινε πραγματικά Βυζαντινή εικόνα. Το σκηνικό ήταν φυσικά συνταιριασμένο με το τοπίο, γιατί η πομπή περνούσε πάνω από το Κάστρο του καλέ, για να κατεβεί στο γεφύρι που ‘ναι προς τα νεκροταφεία. Μοναδικό πέρασμα την εποχή εκείνη. Ο Δεσπότης, οι παπάδες, οι άρχοντες, το εκκλησίασμα με τα ξεφτέρυγα και τα πολύχρωμα φανάρια μπροστά, κατέβαινε από τη Μητρόπολη στο ποτάμι, ακολουθώντας το λαξευτό δρόμο, που βγάζει στην παλιόπορτα, βυζαντινή μεγάλη πύλη στα τείχη που σώζεται ακόμη και σήμερα. Την ίδια διαδρομή δεν αποκλείεται να έκαναν κάποια εποχή, όταν το Διδυμότειχο είχε γίνει πρωτεύουσα του Βυζαντίου. Με λίγη φαντασία, έβλεπες Πατριάρχη και Αυτοκράτορα, ντυμένους τις κόκκινες χλαμύδες τους, να γεμίζουν μεγαλοπρέπεια την πομπή και να σκορπούν ρίγη συγκίνησης στους πιστούς. Πραγματικά μεγάλη φαντασία μέσα στ’ απομεινάρια του καιρού εκείνου. Συνήθως, τα νερά ήταν παγωμένα και το ποτάμι κρυσταλλιασμένο. Για να ριχθεί ο Σταυρός άνοιγαν ένα αλάνι στον πάγο, όπου ο μόνιμος τότε βουτηχτής (είχε μείνει ιστορικός ο Δημητρός Μανάκας) περίμενε μέσα σε μια πλάβα (βάρκα), τυλιγμένος στην προβάτινη γούνα του, πίνοντας μπόλικο κονιάκ ν’ αρπάξει το Σταυρό. Φόβος μη τον πάρει το ρέμα που κυλούσε ορμητικά κάτω από τον πάγο! Και φαίνεται πως δεν τα πολυκατάφερνε και επειδή ήταν μεγάλος ο κίνδυνος να χαθεί, πράγμα που λογαριαζόταν για μεγάλη γρουσουζιά στη σοδιά, φρόντιζαν να δεθεί μ’ ένα κορδόνι. Οι επίσημοι πάνω στη γέφυρα, ο κόσμος σκόρπιος στις δύο όχθες του ποταμού, που τον στεφάνωναν πανύψηλες ιτιές, απολάμβαναν ένα φαντασμαγορικό θέαμα, καθώς τα περιστέρια κατά εκατοντάδες άπλωναν τα φτερά τους στον ουρανό»[38].

Οι θύμησες και καταγραφές του Στρατή Τσιρταβή επικυρώνονται και από άρθρα της εφημερίδας του Διδυμοτείχου «Θράκη», συγκεκριμένα στο φύλλο αρ. 50 στις 10 Ιαν 1931 γράφει τα παρακάτω : «Με πολλήν μεγαλοπρέπειαν έγινε προχθές η τελετή της καταδύσεως του Τιμίου Σταυρού. Άπειρον πλήθος κατέλαβεν από ενωρίς τας πέριξ της γέφυρας θέσεις. Η πομπή εξεκίνησε εκ του ιερού Ναού της Μητροπόλεως την ορισθείσαν ώραν έχουσα επικεφαλής τον Σεβασμιώτατον Μητροπολίτην (τον Ιωακείμ Σιγάλα) και περιστοιχιζόμενον από τους επισήμους. Προηγούντο λόχοι στρατιωτών υπό τα διαταγάς του Λοχαγού κ. Λάζου, οίτινες και εσχημάτισαν εις γέφυραν (του Ερυθροποτάμου) την τιμητικήν γραμμήν. Είποντο (ακολουθούσε) αρκετόν πλήθος το οποίον ενώθη με τους αναμένοντας έξωθι της Παναγίας (του ναού Κοιμήσεως Θεοτόκου) και διά της οδού Μπες – Κουσιάκ (πύργος Πεντάζωνο, στην σημερινή οδό Αγίας Μαρίνας) έφθασαν εις την γέφυραν ένθα εγένετο η κατάδυσις. Οφείλομεν να ομολογήσωμεν προς τιμήν των οργάνων Χωροφυλακής και του Στρατού ότι παρ’ όλον τον συνωστισμόν πλήρης εκρατήθη η τάξις. Μετά την σχετικήν δέησην η Α.Σ. Μητροπολίτης έρριψε τον Σταυρόν εις τον ποταμόν ελεύθερον και ουχί προσδεδεμένον όπως άλλοτε. Τέσσαρες κολυμβηταί ερρίφθησαν εις τον ποταμόν εκ των οποίων τυχερός εφάνη ο Ιωάνν. Τσιοπαλάνης όστις πρώτος κατόρθωσεν να πιάσει τον Σταυρόν»[39].

Στην ίδια εφημερίδα υπάρχει κι άλλο άρθρο, όπου καταφαίνεται η κατάσταση που επικρατούσε τότε στην όχθη του Ερυθροποτάμου, προκειμένου να προσεγγίσει ο κόσμος : «Ευτυχώς που η ημέρα ήτο καλή και χάρις εις τους οδοκαθαριστάς οίτινες κατόρθσαν να συγκεντρώσουν τες λάσπες κατόρθωσε αρκετό πλήθος να παρακολουθήσει την τελετήν»[40].

Ο Τσιρταβής μας διασώζει και μία άλλη συνήθεια των Διμοτιανών που αφορούσε την ψυχαγωγία τους και την διασκέδαση στον Ερυθροπόταμο, πρόκειται για τα ¨Σαλάτσια¨[41] : «Τι ήταν τα σαλάτσια; Μικρά ξύλινα καφενεδάκια ή το πολύ με τούβλα δίπλα στη καταπράσινη ακροποταμιά, κάτω απ’ τη σκιά της σουϊτιάς (ιτιάς), του πλάτανου ή της μεγάλης καρυδιάς. Το πλάτωμα της ψηλής όχθης του Ερυθροποτάμου, όμορφα περιποιημένο και καθαρισμένο, χωρίς αγριόχορτα και θάμνους ήταν το πράσινο σαλόνι, όπου ο μαγαζάτορας άπλωνε τα ξύλινα τραπεζάκια του με τις ψάθινες καρέκλες. Στόλιζε τα σύνορα της επικράτειας του με κοντούς ξύλινους φράχτες, πράσινα βαμμένους και μικρά μακρόστενα παρτεράκια γεμάτα γεράνια, βασιλικούς, μέλισσες και πολλές, πάρα πολλές περικοκλάδες. Αυτές καθώς αναρριχούνταν σκέπαζαν τους φράχτες με τα πολύχρωμα χωνάκια τους κι έκαναν ντεκόρ. Όσο για περιποίηση, φθηνή κι αυτή σαν την παράγκα και την επίπλωσή της. Το καραφάκι με τους μεζέδες του ήταν η καθιερωμένη σπεσιαλιτέ. Το καραφάκι, ιδιόμορφο μεσάτο μπουκαλάκι με τσίπουρο ή ούζο και το ποτηράκι ψηλό και με χοντρό πάτο»[42]. Από την εφημερίδα «Φως της Θεσσαλονίκης» έχει διασωθεί άρθρο, το οποίο υπογράφει κάποιος με το ψευδώνυμο «Θεατής» με τίτλο : «Από το Διδυμότειχο» στο οποίο περιγράφεται η κίνηση στα «Σαλάτσια» αναφέροντας τα εξής : «Διδυμότειχον – Ζωή και κίνησις. Εις τα μαγευτικά κέντρα τα ευρισκόμενα στες όχθες του Ερυθρού ποταμού καθημερινώς γίνεται μεγάλη συγκέντρωσις εκλεκτού κόσμου. Κατά τας ημέρας του Πάσχα παρετηρήθη μεγάλη ζωηρότης και ευθυμία. Διεκρίναμεν τας εξής οικογενείας, τον συμπαθήν μας κ. Φραγκιδάκην Ανθυπομοίραρχον μετά της κυρίας του, τον κ. Παπαιωάνου, τον κ. Νίκον Νικολακόπουλον μετά της εριτ. κυρίας του και των δεσποινίδων Ουρανίας και Αγλαΐας Ασημακοπούλου, τον κ. Δασάρχην μετά της κυρίας του, και τας κ. Φροσούλαν Μαργαριτίδου, Σοφούλαν Χατζηβασάνη και Χρυσούλαν Τεκτονίδου συνοδευόμενες υπό του κ. Νικολαΐδου. Επίσης τον Γυμνασιάρχην μας κ. Κωτρονιάρον μετά της εριτ. κυρίας του, τον κ. ταμίαν της Εθνικής τραπέζης τον κ. Γ. Αποστολίδην και τον κ. Σιναπίδην». Από το υπόψη άρθρο βλέπουμε ότι τα Σαλάτσια απευθυνόταν σε όλες τις κοινωνικές τάξεις του Διδυμοτείχου. 

Επίσης από την τοπική εφημερίδα «Θράκη» αλιεύσαμε άρθρα των ετών 1930 και 1931, στα οποία περιγράφονται οι εορτασμοί των ημερών του Πάσχα, όπου ο Ερυθροπόταμος και τα Σαλάτσια αποτελούσαν σημεία αναφοράς και διασκέδασης[43].      

Ένα χαρακτηριστικό σημείο στον Ερυθροπόταμο είναι η νησίδα, που βρίσκεται περίπου στο ύψος του παρεκκλησίου της Αγίας Μαρίνας και εκτείνεται δεξιά και αριστερά κατά τη ροή του ποταμού. Η εν λόγω νησίδα κατέχει περίοπτη θέση στη λαογραφία του τόπου μας. Ο αείμνηστος δάσκαλος Δημήτριος Μανάκας παραθέτει τα εξής : «πέραν του μύλου (Τζιρόμυλου) εκτείνεται μία πεδιάδα αρκετών στρεμμάτων εντός του Ερυθροποτάμου, σαν μία νησίδα, η οποία είχε πάρει την ονομασία «αντάς» (στα τουρκικά νησί / ada). Τα παλαιά χρόνια, η νησίδα αυτή ήταν μοναδικός τόπος εξοχικού γραφικού τοπίου, σκιασμένου από τις πανύψηλες ιτιές και τις αγριολεύκες. Στη δροσερή αυτή θέση εξέδραμαν τα σχολεία του Διδυμοτείχου, καθώς και αυτά της Αδριανοπόλεως. Πολλές οικογένειες, διέμεναν τα καλοκαίρια στη νησίδα καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας. Όταν ήρθαν οι πόλεμοι αποψιλώθηκε το έδαφος, καταστράφηκε ο μύλος και χάθηκε το άλσος, δίχως να μπορεί να παρέχει η θέση αύτη την παλαιότερη ευχαρίστηση και δροσιά στους κατοίκους. Ίσως κάποτε μία φιλότιμη και εντονότερη προσπάθεια των τοπικών αρχών μεταβάλει τη νησίδα αυτήν σε τόπο αναψυχής»[44].

Ο Διδυμοτειχίτης λογοτέχνης και εκπαιδευτικός Θανάσης Τσιμάκης (Τσιτσιμάκας), στο βιβλίο που συνέγραψε με θέμα την Αθλητική Ένωση Διδυμοτείχου, αναφερόμενος στις αλάνες όπου παίζανε οι πιτσιρικάδες ποδόσφαιρο τα παλιά χρόνια, περιλαμβάνει και τη νησίδα του Ερυθροποτάμου γράφοντας τα εξής : «Άλλες αλάνες βρισκόταν στην περιοχή ¨Τσαϊρια¨ καθώς και σε μία ποταμονησίδα (στον Ερυθροπόταμο) τον λεγόμενο ¨Αντά¨»[45].

Μια πολύ ωραία και ειδυλλιακή εικόνα του Ερυθροποτάμου κατά την εποχή του Μεσοπολέμου μας διασώζει η μητέρα του πατριάρχη των Παπαδιαμαντικών σπουδών και μεγάλου Έλληνα φιλολόγου Νίκου Τριανταφυλλόπουλου. Οι γονείς του (Νιόνιος και Ρίτα) έζησαν στο Διδυμότειχο από το 1930 έως το 1934, ο Νιόνιος ήταν καθηγητής (φιλόλογος) στο γυμνάσιο της πόλης. Στις σημειώσεις που κράτησε η Ρίτα από τη διαμονή τους στο Διδυμότειχο αναφέρει τα παρακάτω : «Εκεί κοντά έχει ένα μοναστήρι (Ζωοδόχος Πηγή) και νοίκιαζαν δωμάτια. Πήγαμε κι εμείς, ήρθε και η οικογένεια Ασημακοπούλου. Περάσαμε ενάμιση μήνα πολύ καλά. Κάθε βράδυ, όλοι οι παραθερισταί τραγούδι και χορό. Είχε ένα λόφο και πηγαίναμε και βλέπαμε το Διδυμότειχο και στο ποτάμι (Ερυθροπόταμο) τις βάρκες σα να ήταν γόνδολες στη Βενετία !!!»[46].

Μία άλλη μεγάλη προσωπικότητα του πολιτισμού που γεννήθηκε στο Διδυμότειχο το 1922, ο Νίκος Χατζηνικολάου (σπουδαίος τενόρος της Εθνικής Λυρικής Σκηνής), σε συνέντευξη που έδωσε στον Βασίλη Κάργα για το περιοδικό ¨Βορέας¨, αναφέρει για τα παιδικά του χρόνια στο Διδυμότειχο τα εξής : «Γεννήθηκα και μεγάλωσα στο Διδυμότειχο, όπου έζησα μέχρι 20 χρονών. Έχω πολύ όμορφες αναμνήσεις. Πηγαίναμε στο ποτάμι (Ερυθροπόταμος), κολυμπούσαμε, παίζαμε ποδόσφαιρο με υφασμάτινες μπάλες. Εκεί έζησα τα παιδικά μου χρόνια»[47]. Είναι γεγονός ότι για αιώνες και μέχρι την δεκαετία του 90 ο Ερυθροπόταμος αποτελούσε έναν χώρο αναψυχής και παιχνιδιού για πολλά παιδιά της πόλης. 

Με το παρόν κείμενο προσπαθήσαμε να καταδείξουμε τη διαχρονική και σημαντική σχέση του Διδυμοτείχου με τον Ερυθροπόταμο. Έναν ποταμό, που και στη σημερινή εποχή μπορεί να διαδραματίσει και πάλι σημαίνοντα ρόλο παρέχοντας καθοριστικά πλεονεκτήματα. Αν π.χ. κατασκευαζόταν το φράγμα του Μεγάλου Δερείου, που αφορά τον Ερυθροπόταμο, καθώς και άλλα που αφορούν διάφορα ρέματα στην περιοχή του Κεντρικού και Βορείου Έβρου, τότε μια τεράστια επιφάνεια αγροτεμαχίων στην ευφορότατη κοιλάδα του Ερυθροποτάμου, θα γινόταν ποτιστικά και θα αυξανόταν η αγροτική παραγωγή. Επίσης σε επίπεδο ψυχαγωγίας και τουριστικής ανάπτυξης, θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ο ποταμός (τις εποχές που έχει νερό) για υδάτινα αθλήματα όπως κανό – καγιάκ κλπ. Ο σύλλογός μας το τελευταίο χρονικό διάστημα ανέδειξε αυτή την προοπτική, με βίντεο που αφορούσαν πλεύσεις με κανό στον Ερυθροπόταμο, τα οποία παρουσίασαν έναν πολύ μεγάλο αριθμό θεάσεων, λόγω της ομορφιάς του τοπίου.

Έτσι λοιπόν, μεταξύ των συγκριτικών πλεονεκτημάτων που διαθέτει το Διδυμότειχο (μνημεία, ιστορία, λαογραφία, δάσος και λίμνη της Τσίγλας κλπ), σαφώς συγκαταλέγεται και η ύπαρξη του Ερυθροποτάμου, που για αιώνες ρέει δίπλα στην πόλη. Η αξιοποίησή του πρέπει να αποτελέσει βασική επιλογή, η οποία βέβαια προϋποθέτει το συντονισμό της Περιφέρειας ΑΜΘ, του Δήμου Διδυμοτείχου, των συλλόγων και των επαγγελματιών. Η δημιουργία εδώ και δύο δεκαετιών του Φεστιβάλ Ερυθροποτάμου (Red River Festival), η προσπάθεια αναβίωσης των παραποτάμιων καφενείων «Τα Σαλάτσια», που πραγματοποίησε ο Σύλλογός μας (Καστροπολίτες – Γνώση και Δράση) το 2016, καθώς και κάποιες άλλες μεμονωμένες εκδηλώσεις του Δήμου και άλλων συλλόγων, δείχνουν ότι υπάρχει προοπτική.

Θα κλείσουμε το παρόν κείμενο παραφράζοντας λίγο τον στίχο του ποιητή και αγωνιστή του 1821 Γεωργίου Ζαλοκώστα : «Ιδού (λοιπόν) στάδιον ¨αναπτύξεως¨ λαμπρόν» ο Ερυθροπόταμος ¨αναμένει¨ !!!   


[1]. Ο Πλούταρχος στο έργο του «Περί ποταμών και όρων» αναφέρει, ότι ο Έβρος ήταν γιος του βασιλιά της Θράκης, Κάσσανδρου και της Κροτωνίτης, τον οποίο (μετά τον θάνατο της μητέρας του) ερωτεύτηκε η μητριά του Δαμασίππη. Ο νεαρός αντιστάθηκε στις προκλήσεις της, κι εκείνη τον συκοφάντησε στον Κάσσανδρο. Ο Έβρος, για να γλιτώσει τον ατιμωτικό θάνατο από τα χέρια του πατέρα του, έπεσε στον ποταμό Ρόμβο που από τότε πήρε το όνομά του. Βλ. Ματθαίου Κουτσουμανή, Πλωτινόπολη το χρονικό της έρευνας, www.archaiologia.gr.

[2]. el.wikipedia.org/Ερυθροπόταμος.

[3]. Βλ. Ζαμπούκη Ιωάννη,  Άδρα (Ερυθροπόταμος), Πλωτινόπολη και φυσικό περιβάλλον, kastropolites.com.

[4]. Βλ. Ντίνου Χριστιανόπουλου, Σύντομή Ιστορία του Διδυμοτείχου, Θεσσαλονίκη 1993, σ. 9.

[5]. Βλ. Αθανασίου Γουρίδη, Τα κρυμμένα πρόσωπα του Ιανού-Διδυμότειχο, μία αέναη περιπλάνηση, Έκδοση Δήμου Διδυμοτείχου 2018, σ. 66. 

[6]. Βλ. Ζαμπούκη Ιωάννη, Ό.π., kastropolites.com.

[7]. Βλ. Ιωάννη Α. Σαρσάκη, Ο σοφός καθηγητής και «εραστής» του Διδυμοτείχου αρχιμανδρίτης Νικόλαος Βαφείδης, kastropolites.com.

[8]. Βλ. Βαφείδη Νικόλαου Αρχιμ., Η εν Διδυμοτείχω ανευρεθείσα αναθηματική επιγραφή των Πλωτινοπολιτών, Θρακικά, τόμος 8ος, Εν Αθήναις 1937, σ. 196.

[9]. Βλ. Βαλλίδη Σταύρου, Αλληλεπιδράσεις μεταξύ Χριστιανών και Μουσουλμάνων στην Μικρά Ασία της περίοδο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Το δερβίσικο τάγμα των Μεκτασίδων και Κιζιλμπάσιδων, Α.Π.Θ., Θεσσαλονίκη 2012, σ. 159. 

[10]. Βλ. Σαμοθράκη Αχχιλέα, Λεξικόν γεωγραφικόν και ιστορικόν της Θράκης, Αρχείον του Θρακικού Λαογραφικού και Γλωσσικού Θησαυρού, τόμος 8ος, Εν Αθήναις 1941-42, σ. 216.

[11]. Βλ. ΕΡΥΘΡΟΠΟΤΑΜΟΣ: διαδρομή στον χώρο και στον χρόνο, 1ο ΕΠΑΛ Διδυμοτείχου, 4ο Συνέδριο ΠΕΕΚΠΕ, Ναύπλιο 12-14/12/2008, σσ. 5, 8-9. 

[12]. Βλ. Αθανασίου Γουρίδη, Ό.π., σσ. 26-28.  

[13]. Βλ. Ματθαίου Κουτσουμανή, Πλωτινόπολη : Το χρονικό της έρευνας, archaiologia.gr.

[14]. Βλ. Ιωάννη Σαρσάκη, Η αυτοκράτειρα Πομπηία Πλωτίνη και η Πλωτινόπολη Διδυμοτείχου, kastropolites.com.

[15]. Βλ. Δημήτρη Κ. Σαμσάρη, Ιστορική Γεωγραφία της Δυτικής Θράκης κατά τη Ρωμαϊκή Αρχαιότητα, Έκδοση Θεσσαλονίκη 2005, σσ. 115-116.

[16]. Πρόκειται για την οχυρωμένη μονή της Παναγίας Κοσμοσώτειρας στις Φέρες του Νομού Έβρου, την οποία ίδρυσε ο Ισαάκιος Κομνηνός στα μέσα του 12ου αιώνα. 

[17]. Βλ. Κώστα Τσουρή, Η Οχύρωση του Διδυμοτείχου, Εκδόσεις Σαΐτα, 2015, σ. 38. 

[18]. Σχετικά με την ύπαρξη του ναού, Βλ. Αθανασίου Γουρίδη, Ό.π., σ. 98. 

[19]. Ο Νικήτας Χωνιάτης (περ. 1155 – περ. 1216) θεωρείται ο σημαντικότερος ιστορικός της εποχής του.

[20]. Βλ. Το Καλέ Πανηγύρι μέσα από τα κείμενα των Διδυμοτειχιτών συγγραφέων, έκδοση Καστροπολίτες – Γνώση & Δράση και Βιοτεχνία Μεταλλικών Κατασκευών ΜΕΤ.Κ.Ε. ΑΕ – Metal Constructions, Διδυμότειχο 2025. 

[21]. Βλ. Νικήτα Χωνιάτη, Χρονική Διήγησις, Νεοελληνική απόδοση-σχόλια Γεωργίου Τ. Τσερεβελάκη, Εκδοτικός Οίκος Κ. & Μ. Σταμούλη, Θεσσαλονίκη 2021, σ. 520.

[22]. Βλ. Στο ίδιο, σ. 526.

[23]. Βλ. Αθανασίου Γουρίδη, Ό.π., σ. 69. 

[24]. Βλ. Κώστα Τσουρή, Ό.π., σ. 250

[25]. Βλ. Γουρίδη Αθανασίου, Ό.π., σσ. 154-155.     

[26]. Βλ. Θεοχάρη Βολάνιου, Το Διδυμότειχο διά μέσου των αιώνων, Δήμος Διδυμοτείχου 2002, σ. 201.   

[27]. Βλ. Αρμ. Νικολάου Βαφείδη, Το πεντάζωνον και τα πηγαδίτσια Διδυμοτείχου, Θρακικά, τόμος 15ος, Εν Αθήναις 1941, σ. 180.

[28]. Βλ. Γουρίδη Αθανασίου, Ό.π., σ. 196.     

[29]. Βλ. Ευστράτιου Τσιρταβή, Εικόνες από το παλιό Διδυμότειχο, Περιοδικό Θρακικός Οιωνός, Αλεξανδρούπολη 2001, σ. 41.

[30]. Βλ. Ιωάννη Α. Σαρσάκη, Η συνοικία Ταμπακιά στο Διδυμότειχο, η οδός Βρανά και ποιος ήταν ο Θεόδωρος Βρανάς, kastropolites.com.

[31]. Βλ. Δημητρίου Μανάκα, Ιστορία Διδυμοτείχου, Θρακικά, τόμος 37ος , Εν Αθήναις 1963, σ. 16. 

[32]. Βλ. Ιωάννη Α. Σαρσάκη, Ο μεγάλος Διδυμοτειχίτης ευεργέτης Ιωάννης Π. Μανδαλίδης, kastropolites.com

[33]. Βλ. Ελένη Σιναπίδου, Λαογραφικά Διδυμοτείχου, Θρακικά, τόμος 41ος, Εν Αθήναις 1967, σ. 162.   

[34]. Βλ. Βασίλη Σιναπίδη, Το Πελασγικό Διδυμότειχο, Εφημερίδα Βραδυνή, 13 Νοε 1973.

[35]. Δημήτρη Βραχιόλογλου, Το Κουρμπάνι του Αγίου Αθανασίου στο Διδυμότειχο (Θυσία – Μορφολογία – Τυπολογία), kastropolites.com.

[36]. Βλ. Εφημερίδα Θράκη, φύλλο 94, 13 Δεκεμβρίου 1931, σ. 4.

[37]. Βλ. Ευστράτιου Τσιρταβή, Ό.π., σ. 42.

[38]. Βλ. Στο ίδιο, σσ. 25-26

[39]. Βλ. Εφημερίδα Θράκη, φύλλο 50, 10 Ιανουαρίου 1931, σ. 4.  

[40]. Βλ. Στο ίδιο, σ. 3.

[41]. Η ονομασία Σαλάτσια προκύπτει κατά πάσα πιθανότητα από τις σαλάτες εποχής που προσφέρονταν ή και από το Γαλλικό Σαλέ (chalet) που σημαίνει εξοχική κατοικία.

[42]. Βλ. Βλ. Ευστράτιου Τσιρταβή, Ό.π., σ.17.

[43]. Βλ. Εφημερίδα Θράκη, φύλλο 13, 27 Απρ 1930 & φύλλο 65, 3 Μαΐου 1931.

[44]. Βλ. Δημητρίου Μανάκα, Ό.π., σ. 16.

[45]. Βλ. Θανάση Τσιμάκη, Αθλητική Ένωση Διδυμοτείχου – Η Πράσινη Θύελλα της Θράκης, Γραφικές Τέχνες – Εκδόσεις Δήμητρα Κάτση, Θεσσαλονίκη 2012, σ. 63.

[46]. Βλ. Ιωάννη Α. Σαρσάκη, Διδυμότειχο : Η γενέτειρα του «Πατριάρχη των Παπαδιαμαντικών σπουδών» Νίκου Δ. Τριανταφυλλόπουλου, kastropolites.com.

[47]. Βλ. Ιωάννη Α. Σαρσάκη, Νίκος Χατζηνικολάου ο σπουδαίος Διδυμοτειχίτης τενόρος της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, kastropolites.com. 

Ακολουθήστε το evros24.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από τον Έβρο, την Θράκη και την Ελλάδα, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο evros24

ΚΑΤΕΒΑΣΤΕ ΤΟ APP ΤΟΥ evros24.gr

Δημοφιλέστερα

Αυξήσεις στους ενστόλους από τον Οκτώβριο, στα €110 το μήνα η μεσοσταθμική ενίσχυση

Αυξήσεις στους ενστόλους που μεσοσταθμικά ανέρχονται στα 110 ευρώ το μήνα ανακοίνωσε ο υπουργός...

«Ανάσα» για Νέους Αγρότες: Άτοκα δάνεια έως 100.000 € με 40% επιδότηση και μόλις 10% ίδια συμμετοχή

Μια σημαντική «ανάσα» ρευστότητας για τους Νέους Αγρότες φέρνει το νέο χρηματοδοτικό εργαλείο «Agri‑Generation»...

Ορεστιάδα: Συνελήφθη διακινητής η οποία προωθούσε στο εσωτερικό της χώρας 7 μη νόμιμους μετανάστες

Συνελήφθη χθες (8-9-2025) το απόγευμα πλησίον οικισμού του Έβρου, από αστυνομικούς του Τμήματος Συνοριακής...

Στην Αθήνα ο Αμερικανός «τσάρος» της ενέργειας – Η Αλεξανδρούπολη στο επίκεντρο της συνεργασίας ΗΠΑ-ΕΕ στον τομέα του LNG

Την Αθήνα επισκέπτεται ο Αμερικανός υπουργός Εσωτερικών, Νταγκ Μπέργκαμ, με την ιδιότητα του επικεφαλής...

Παρόμοια